Κυβέρνηση τεχνοκρατών προτείνει ο Παπούλιας. Συμβάλλουν σε αυτό και άλλοι εκλεγμένοι από τον Ελληνικό λαό. Η διαχείριση της ψήφου με αυτόν τον τρόπο, οδηγεί σε άλλες αποφάσεις από αυτές που πήρε ο λαός.
Εγώ δεν ψήφισα κανέναν τεχνοκράτη και μαζί με εμένα νομίζω όλοι οι Έλληνες που έφτασαν μέχρι την κάλπη. Η βούληση του λαού είναι άλλη, είναι το μέγιστο δημοκρατικό του δικαίωμα και υποχρέωση μας λένε.!!!
Ψηφίζουμε μια φορά κάθε τέσσερα χρόνια χωρίς να συμμετέχουμε σε καμία άλλη διαδικασία που αφορά τις ζωές μας. Σπουδαία και μεγάλη Δημοκρατία, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους!!!!!!
Δεν ερωτηθήκαμε ποτέ για την κυβέρνηση Παπαδήμιου, πολιτικοί και παπαγαλάκια έλεγαν ότι ένας άνθρωπος της αγοράς που θα μιλάει την ίδια γλώσσα με τους Ευρωπαίους, θα μπορούσε να σταθεί επάξια στο τιμόνι της χώρας. Στάθηκε όχι για το λαό αλλά για τους τραπεζίτες με τα γνωστά αποτελέσματα.
Αλήθεια γιατί είναι ικανός ένας τεχνοκράτης; σύμφωνα με το λεξικό τεχνοκράτης σημαίνει:
τεχνοκράτης ο [texnokrátis] Ο10 θηλ. τεχνοκράτισσα [texnokrátisa] Ο27 : πολιτικός ή ανώτερο κρατικό στέλεχος, ειδικός σε τεχνικά θέματα: Tα βασικά υπουργεία τα κατέχουν τεχνοκράτες. || (μειωτ.) τεχνικός που δίνει προτεραιότητα στη λύση του τεχνικού μέρους ενός προβλήματος σε βάρος της κοινωνικής και ανθρωπιστικής πλευράς.
Εγώ δεν ψήφισα κανέναν τεχνοκράτη και μαζί με εμένα νομίζω όλοι οι Έλληνες που έφτασαν μέχρι την κάλπη. Η βούληση του λαού είναι άλλη, είναι το μέγιστο δημοκρατικό του δικαίωμα και υποχρέωση μας λένε.!!!
Ψηφίζουμε μια φορά κάθε τέσσερα χρόνια χωρίς να συμμετέχουμε σε καμία άλλη διαδικασία που αφορά τις ζωές μας. Σπουδαία και μεγάλη Δημοκρατία, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους!!!!!!
Δεν ερωτηθήκαμε ποτέ για την κυβέρνηση Παπαδήμιου, πολιτικοί και παπαγαλάκια έλεγαν ότι ένας άνθρωπος της αγοράς που θα μιλάει την ίδια γλώσσα με τους Ευρωπαίους, θα μπορούσε να σταθεί επάξια στο τιμόνι της χώρας. Στάθηκε όχι για το λαό αλλά για τους τραπεζίτες με τα γνωστά αποτελέσματα.
Αλήθεια γιατί είναι ικανός ένας τεχνοκράτης; σύμφωνα με το λεξικό τεχνοκράτης σημαίνει:
τεχνοκράτης ο [texnokrátis] Ο10 θηλ. τεχνοκράτισσα [texnokrátisa] Ο27 : πολιτικός ή ανώτερο κρατικό στέλεχος, ειδικός σε τεχνικά θέματα: Tα βασικά υπουργεία τα κατέχουν τεχνοκράτες. || (μειωτ.) τεχνικός που δίνει προτεραιότητα στη λύση του τεχνικού μέρους ενός προβλήματος σε βάρος της κοινωνικής και ανθρωπιστικής πλευράς.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου