Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία η κυβέρνηση μετέφερε τα
ταμειακά αποθέματα πολλών δημοσίων φορέων στην Τράπεζα της Ελλάδας ήταν
μια δύσκολη κίνηση που θα ήταν δικαιολογημένη μόνο σε έκτακτες συνθήκες.
Δεν υπάρχει φυσικά καμία αμφιβολία για το ότι οι συνθήκες είναι
έκτακτες, όπως και ότι μας τις κληροδότησε η προηγούμενη κυβέρνηση
ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Στις 26 Ιανουαρίου το υπουργείο Οικονομικών παρέδωσε στη νέα κυβέρνηση
ταμειακά διαθέσιμα 1,634 δις ευρώ. Επαίρονται πολλοί της κυβέρνησης
Σαμαρά για το πλεόνασμα αυτό και το παρουσιάζουν ως απόδειξη του αλήστου
μνήμης ‘σαξές στόρι’. Μόνο που η πρόβλεψη εσόδων-εξόδων που επίσης
παρέδωσε το υπουργείο Οικονομικών εμφάνιζε ταμειακό έλλειμμα 429 εκ ευρώ
για τις 24 Φεβρουαρίου, το οποίο μάλιστα θα ανέβαινε σε πάνω από 700 εκ
ευρώ τις επόμενες δύο μέρες. Δηλαδή όταν θα πληρώνονταν οι μισθοί και
οι συντάξεις. Αυτή ήταν η ‘επιτυχία’ της κυβέρνησης Σαμαρά.
Αλλά μήπως η κατάσταση θα γινόταν καλύτερη τον Μάρτιο; Θα στενοχωρήσω
τους ζηλωτές των Μνημονίων, αλλά ακριβώς η ίδια πρόβλεψη έδινε αρνητικό
πρόσημο για όλες τις μέρες του Μαρτίου. Προβλέπονταν ταμειακά ελλείμματα
για όλο το μήνα, που μάλιστα θα έφταναν σε εφιαλτικά ύψη 3, 4, ακόμη
και σχεδόν 5 δις ευρώ μετά τις 20 Μαρτίου. Το κράτος που παρέδωσε ο κ.
Σαμαράς ήταν απολύτως χρεοκοπημένο.
Τι έπρεπε λοιπόν να κάνει η νέα κυβέρνηση;
Μήπως να ομολογήσει ανοιχτά την κατάσταση και να ρίξει την ευθύνη στους
προηγούμενους, όπως σας θυμίζω ότι είχαν κάνει και ο κ. Καραμανλής και ο
κ. Παπανδρέου στο παρελθόν; Όχι βέβαια. Οι κουτόφραγκοι βλέπετε, δεν
διαχωρίζουν ανάμεσα σε ‘καλούς’ και ‘κακούς’ Έλληνες όπως μερικοί στη
χώρα μας δυστυχώς πιστεύουν. Ακόμη περισσότερο, πως θα μπορούσε η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να μπει σε σκληρή διαπραγμάτευση, αν ομολογούσε
στους δανειστές ότι οι προηγούμενοι είχαν αφήσει πίσω τους κυριολεκτικά
άδεια ταμεία;
Η νέα κυβέρνηση, πολύ λογικά, σιώπησε κι έτρεξε να μαζέψει το χάος. Κι
επειδή δεν υπάρχουν μαγικές μέθοδοι στην οικονομία, αναγκάστηκε να κάνει
εξονυχιστικό έλεγχο στις δαπάνες και να μεταθέσει πληρωμές του
Δημοσίου. Το ποσό των πληρωμών που μετατέθηκαν όλο αυτό το διάστημα
πλησιάζει σωρευτικά τα 2 δις. Είναι αναμφίβολα σοβαρό, έχει προκαλέσει
σημαντική στενότητα στην αγορά και έχει επιτείνει την επενδυτική
δυστοκία, αλλά δεν είναι τεράστιο, ούτε και εξαρτάται το μέλλον της
Ελλάδας από αυτό. Δυστυχώς δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να αντιμετωπιστεί
το χάος που άφησε πίσω του ο κ. Σαμαράς.
Τα κατάφερε λοιπόν η νέα κυβέρνηση να μετατραπούν τα ελλείμματα του
Φεβρουαρίου και του Μαρτίου σε πλεονάσματα, ώστε να γίνουν τακτικά οι
πληρωμές μισθών και συντάξεων. Αλλά επειδή στην οικονομία δεν υπάρχουν
ούτε μαγικά αλλά ούτε και θαύματα, ο Απρίλιος αποδείχθηκε δυσκολότατος. Ο
λόγος είναι ότι πληρώνουμε τακτικά τα χρέη μας προς το ΔΝΤ, χωρίς να
λαμβάνουμε ούτε ένα ευρώ χρηματοδότησης από ΕΕ/ΔΝΤ, καθώς μάλιστα η ΕΚΤ
έχει περιορίσει την τραπεζική ρευστότητα με τρόπο εχθρικό προς τη χώρα
μας. Όσο και να μεταθέτει το κράτος τις πληρωμές και να κάνει οικονομίες
το ταμείο θα γίνει κάποια στιγμή αρνητικό.
Η πρόβλεψη για τον Απρίλιο ήταν ότι θα εμφανιζόταν ξανά ταμειακό
έλλειμμα από τις 24 και μετά. Για να υπάρξει ασφάλεια λοιπόν η κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μετέφερε τα αποθεματικά των δημοσίων φορέων με την Πράξη
Νομοθετικού Περιεχομένου. Ας είμαστε ξεκάθαροι: πρόκειται για μια
αναγκαστική κίνηση που έγινε υπό τεράστια πίεση.
Την πίεση μας την κληροδότησε η κυβέρνηση Σαμαρά και την έκανε απείρως
χειρότερη η πολεμική συμπεριφορά των δανειστών και εταίρων μας, οι
οποίοι απλώς δεν αποδέχονται εύλογα επιχειρήματα. Ο στόχος τους είναι να
ακυρωθεί το αποτέλεσμα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου και να παραδοθεί
άνευ όρων η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Τα γεγονότα του Γιούρογκρουπ της
24ης Απριλίου με την προσπάθεια διασυρμού του Έλληνα Υπουργού
Οικονομικών καταδεικνύουν του λόγου το αληθές. Μια ΕΕ που κυριαρχείται
από τις φιλοδοξίες και τους στόχους της Γερμανίας θέλει να εξευτελίσει
την αριστερή κυβέρνηση της Ελλάδας και ότι αυτή αντιπροσωπεύει.
Οι επιδιώξεις των δανειστών συμπίπτουν με αυτές της ‘Τρόικας Εσωτερικού’
που απαρτίζεται από τα μεγάλα εγχώρια συμφέροντα και εκφράζεται
πολιτικά από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι και βρίσκει άπλετη στήριξη
από τα μεγάλα ΜΜΕ. Το σύνθημά της είναι ‘ευρώ πάση θυσία’ και άρα
συμφωνία της Ελλάδας με τους ‘θεσμούς’ γρήγορα και με οποιουσδήποτε
όρους. Στην πράξη επιδιώκει την επιστροφή της χώρας στο καθεστώς των
Μνημονίων που προκάλεσε τεράστια καταστροφή την τελευταία πενταετία και
απορρίφθηκε αποφασιστικά στις 25 Ιανουαρίου από τον λαό. Αν επικρατήσουν
οι δανειστές και η Τρόικα Εσωτερικού, η Ελλάδα θα καταδικαστεί οριστικά
ως κοινωνία, ως χώρα και ως έθνος.
Τα πράγματα έχουν πλέον φτάσει σε οριακό σημείο για την κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και πλησιάζει η ώρα της κρίσιμης επιλογής. Οι εκροές του
Δημοσίου για τον Μάιο προβλέπονται περί τα 4δις, με μια πληρωμή άνω των
700 εκ στο ΔΝΤ στις 12 του μηνός. Η πρόβλεψη συνεπώς είναι για μεγάλα
ταμειακά ελλείμματα και όσο και να νοικοκυρέψει το Γενικό Λογιστήριο τις
δαπάνες, υπάρχουν αξεπέραστα όρια.
Τι πρέπει να γίνει;
Το τελευταίο διάστημα έχει εμφανιστεί πλημμύρα πρόθυμων ερμηνευτών της
ψήφου του ελληνικού λαού στις πρόσφατες εκλογές. Η Τρόικα Εσωτερικού μας
βομβαρδίζει συστηματικά με την άποψη ότι ο λαός δεν ψήφισε για ρήξη,
ότι θέλει συμβιβασμό, ότι πάνω απ’ όλα θέλει να μείνει στο ευρώ και ούτω
καθεξής. Ας μου επιτραπεί λοιπόν κι εμένα μια ερμηνεία του εκλογικού
αποτελέσματος, αφού στο κάτω-κάτω επιδίωξα τη λαϊκή ψήφο και η Ημαθία με
τίμησε με τη δική της. Ένα πράγμα είναι απολύτως βέβαιο: ο λαός δεν
ψήφισε για να επιστρέψει στα Μνημόνια, να υποταχθεί άνευ όρων στους
δανειστές και να έχει ξανά την Τρόικα Εσωτερικού στο κεφάλι του.
Είναι εμφανές ότι η μόνη μεγάλη πολιτική δύναμη που μπορεί να οδηγήσει
τη χώρα σε πορεία προόδου παραμένει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνησή μας έχει
τεράστια κοινωνική και εθνική ευθύνη. Από την απόφασή της θα εξαρτηθεί η
ευημερία, αλλά και η ανεξαρτησία του έθνους. Αν διαπιστώσει – όπως ήδη
διαφαίνεται – ότι δεν υπάρχει ‘έντιμος συμβιβασμός’, οφείλει καταρχήν να
ενημερώσει το λαό. Οφείλει επίσης να αντιταχθεί στους δανειστές
διαλέγοντας το δρόμο της υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων και
στηριζόμενη στη λαϊκή συσπείρωση. Δεν υπάρχει καμία επιλογή που δεν
είναι διαχειρίσιμη. Αν ο δρόμος της κοινωνικής και εθνικής
ανασυγκρότησης περνάει από τη ρήξη, ούτε ο λαός, ούτε η πολιτική του
ηγεσία πρέπει να τη φοβηθούν.